«Θάλασσες: Ποιος θα μας σώσει από τους “προστάτες” τους»
Στο τεύχος Μαρτίου 2019 του ειδικού περιοδικού «ΑΛΙΕΥΤΙΚΑ ΝΕΑ» δημοσιεύθηκε άρθρο του Προέδρου της APC s.a. Νίκου Αναγνόπουλου, που αφορά τις προσπάθειες ορισμένων φορέων να προχωρήσει η ιδιωτικοποίηση των θαλασσών στην Ελλάδα υπό τον μανδύα των Προστατευόμενων Περιοχών Αλιείας.
Το άρθρο ακολουθεί:
Θάλασσες: Ποιος θα μας σώσει
από τους «προστάτες» τους
Υπάρχει μια παροιμία που μου αρέσει:
«εκεί που κρέμαγαν οι καπεταναίοι τ’ άρματα,
κρεμούν οι γύφτοι τα νταούλια»
Σκέφτηκα αυτή την παροιμία, όταν διάβασα στο έγκριτο περιοδικό σας, άρθρο της Μ. Δαμανάκη σχετικά με τις Ανοικτές Θάλασσες, που εμπεριέχει βέβαια απόψεις και προτάσεις της για την αξιοποίηση του θαλάσσιου πλούτου και τη διαχείριση των ωκεανών.
Στέκομαι ιδιαίτερα στο σημείο του άρθρου «Το κλειδί για να αξιοποιήσουμε το θαλάσσιο πλούτο, είναι η καλύτερη κατανόηση του τόπου και του τρόπου με τον οποίο αυτός παράγεται και η συνεργασία με τους τοπικούς φορείς για τη διατήρηση, την καλλιέργεια και την επένδυση σε αυτά τα οικοσυστήματα. Όπως έκανε η Nature Conservancy υπογράφοντας με την κυβέρνηση των Σεϋχελλών συμφωνία για την ανταλλαγή του χρέους της χώρας με αντάλλαγμα τη δημιουργία θαλάσσιου χωροταξικού σχεδιασμού σε ολόκληρη την ΑΟΖ και τη δημιουργία της δεύτερης μεγαλύτερης θαλάσσιας προστατευόμενης περιοχής στον Ινδικό Ωκεανό. Φαντάζεστε πόσο σημαντικά θα είναι τα οφέλη αν επεκταθούν αυτές οι προστατευτικές δράσεις στην Ανοικτή Θάλασσα; Στο 50% του πλανήτη;
Είναι λοιπόν προς το συμφέρον κάθε έθνους – ακόμη και των ηπειρωτικών κρατών – να στηρίξουν ένα σύστημα ισχυρής Διεθνούς Διακυβέρνησης για την Ανοικτή Θάλασσα.»
Αλήθεια, ποίος περίμενε από ένα προβεβλημένο ιστορικό στέλεχος της ελληνικής Αριστεράς, μια Κοινοτική Επίτροπο Αλιείας και νυν σημαίνον στέλεχος μιας αμφιλεγόμενης μεγάλης περιβαλλοντικής οργάνωσης, να προπαγανδίζει ανερυθρίαστα το ξεπούλημα της εθνικής κυριαρχίας κρατών με ιδιωτικοποίηση των θαλασσών τους έναντι του χρέους, όταν το ίδιο παληότερα θα βροντοφώναζε ενάντια στον οικονομικό ιμπεριαλισμό;
Και μη βιαστεί να πει κάποιος ότι αυτά αφορούν τις μακρινές Σεϋχέλλες ή άλλα μικρά κράτη του Ινδικού και του Ειρηνικού.
Στην πατρίδα μας τα τελευταία χρόνια εξυφαίνεται συστηματικά ένα πλέγμα κινήσεων και πρωτοβουλιών που καθοδηγούνται από την εν λόγω κυρία και τον γυιό του αλήστου μνήμης J. – Y. Cousteau για την ανακήρυξη Εθνικών Θαλάσσιων Προστατευόμενων Περιοχών Αλιείας στο Αιγαίο και όχι μόνο.
Τελευταίο παράδειγμα η περιοχή Κυκλάδων και ιδιαίτερα της Σαντορίνης. Με προκάλυμμα μια τεχνική Έκθεση του ΕΛΚΕΘΕ και όχημα το Σύλλογο Θαλάσσιας Προστατευόμενης περιοχής «Θηραϊκή θάλασσα», επιδιώκεται να «κλείσει» η νοτιο/δυτική πλευρά της Σαντορίνης.
Μια περιοχή με ασήμαντα αλιευτικά αποθέματα και αλιευτική δραστηριότητα, χωρίς κανένα ιδιαίτερο οικοσύστημα ή λιβάδια Posidonia, δηλ. μια περιοχή που δεν συγκεντρώνει τα στοιχεία εκείνα, που σύμφωνα με το άρθρο 5 του Καν. (ΕΚ) 1967/2006 για τον καθορισμό Προστατευόμενης Περιοχής Αλιείας λαμβάνονται υπόψη οι επιβλαβείς επιπτώσεις της αλιείας, οι οποίες επιβάλουν λήψη ειδικών μέτρων για την προστασία της αναπαραγωγής ή του θαλάσσιου οικοσυστήματος γενικότερα. Δεδομένου ότι η λήψη μέτρων, τα οποία – πέραν της περιβαλλοντικής –έχουν οικονομική και κοινωνική διάσταση, θα πρέπει να στηρίζεται και σε συγκριτικά επιστημονικά στοιχεία, τα οποία θα συνηγορούν τόσο στην μόνιμη απαγόρευση κάθε μορφής αλιευτικής δραστηριότητας, αλλά και στην επιλογή της συγκεκριμένης περιοχής.
Άρα, ποιά η σκοπιμότητα; Σίγουρα όχι η διασφάλιση του περιβάλλοντος, σίγουρα όχι το συμφέρον των επαγγελματιών ψαράδων.
Ο Δήμος Σαντορίνης και οι ψαράδες της περιοχής, ας εμβαθύνουν στα πραγματικά γεγονότα και ας αναζητούν τις μύχιες επιδιώξεις των αυτόκλητών «προστατών» της θάλασσας. Συμφωνούν άραγε με το πέρασμα της διαχείρισης της θάλασσας από τις εθνικές δημόσιες αρχές σε ιδιωτικούς φορείς;
Καθώς τελευταία παρατηρείται μια κινητικότητα στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων και κάποιοι πιέζουν την πολιτική ηγεσία και τις υπηρεσίες καθώς ίσως οραματίζονται «λύσεις» στο πνεύμα τύπου «Συμφωνίας των Πρεσπών» στο Αιγαίο, ο προβληματισμός εντείνεται.
Μπορεί κάποιος να πει ότι η παροιμία που σκέφτηκα δεν ταιριάζει στην Μ. Δαμανάκη, το «πιο ακριβοπληρωμένο μικρόφωνο» της πρόσφατης ελληνικής πολιτικής σκηνής, κατά ορισμένους, και να ισχύει το «στερνή μου γνώση να σ’ είχα πρώτα», όμως μια τέτοια σωτηρία δεν την θέλουν όσοι σέβονται ουσιαστικά και στηρίζουν με επιστημονικά δεδομένα την αειφόρο ανάπτυξη και τη διαχείριση των ελληνικών θαλασσών, τέτοιες λύσεις δεν αξίζει η χώρα μας.